απώγων

απώγων
(apogon). Γένος ψαριών της οικογένειας των περκιδών, που ζει και στην Ελλάδα. Το κυριότερο είδος φτάνει σε μήκος τα 12 εκ. και έχει σώμα μακρουλό και πλακωτό, σκεπασμένο με λέπια. H ράχη του ψαριού αυτού είναι κοκκινωπή, το κεφάλι του κοκκινοκίτρινο και το στόμα του μαύρο. Στην Ελλάδα το ονομάζουν κυρίως τσιμπούκι και κρομμύδι.
* * *
ἀπώγων, ο (Μ)
ο χωρίς γενειάδα, ο αγένειος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ἀπώγων — beardless masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπώγωνες — ἀπώγων beardless masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπώγωνος — ἀπώγων beardless masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”